Τετάρτη, Μαρτίου 09, 2011

Νομοσχέδιο για την εχθροπάθεια: Μήπως προλείανση εδάφους…; (Μέρος Β')


Αφού… προλείανα το έδαφος με την προηγούμενη ανάρτησή μου (το Μέρος Α'), ας επιχειρήσουμε να πορευτούμε στις ατραπούς του νομοσχεδίου, οι οποίες, παρά την… μακριά προλείανση που προηγήθηκε, παρουσιάζουν πολλά εμπόδια ακόμη. Θα προσεγγίσουμε το νομοσχέδιο από τρεις απόψεις, πορευόμενοι ιεραρχικά από την πλέον ανώδυνη προς την πλέον σημαντική. Έτσι, θ' αρχίσουμε με τα γλωσσικά, θα συνεχίσουμε με το κείμενο του νομοσχεδίου και θα τελειώσουμε με τη φιλοσοφία του, τι σηματοδοτεί, τι ενδεχομένως προμηνύει, τι κινδύνους εγκυμονεί.

1. Γλωσσικά:

Το νομοσχέδιο χρησιμοποιεί τον όρο «εχθροπάθεια». Απρόσμενα(;) μεγάλη συζήτηση έχει ανοίξει γύρω από τη χρήση της συγκεκριμένης λέξης, η οποία από μεν το λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη χαρακτηρίζεται «σπάνια», από δε του Μπαμπινιώτη περιέργως αγνοείται (περιέργως, διότι τη βρίσκω στο λεξικό του Παπύρου, αλλά και σε "μικρότερα" λεξικά, όπως το «Ελληνικό Λεξικό» των εκδόσεων Τεγόπουλου–Φυτράκη, το «Πρότυπο Λεξικό της Νέας Ελληνικής» των εκδόσεων Σταφυλίδη κ.ά.). Οι ενστάσεις κατά της χρήσης του όρου πολλές. Από τον ιστότοπο opengov.gr σχημάτισα την εντύπωση ότι σαφώς πλειοψηφούν όσοι απορρίπτουν τον όρο έναντι αυτών που τον αποδέχονται. Οπωσδήποτε δεν θα συμφωνήσω με τη στάση όσων εξαντλούν την κριτική τους επί του νομοσχεδίου στη χρήση του συγκεκριμένου όρου ούτε με όσους υπέρμετρα αναλίσκονται σ' αυτήν σε βάρος της κριτικής των λοιπών πλευρών του νομοσχεδίου. Όμως σε τι συνίστανται οι εν λόγω ενστάσεις; Και ποίος ο αντίλογος;

Κάποιοι —οι περισσότεροι από τους αντιρρησίες— εκδηλώνουν τη διαφωνία τους ως προς τη χρήση του όρου «εχθροπάθεια», με τον ισχυρισμό, ενίοτε υπό μορφή λοιδορίας ή εξυπνακισμού, ότι το δεύτερο συνθετικό της λέξης, το «–πάθεια», παραπέμπει σε ασθένεια, πάθηση, όπως καρδιοπάθεια, αγγειοπάθεια, δισκοπάθεια κ.λπ. Ας σοβαρευτούμε! Το ίδιο δεύτερο συνθετικό είναι επίσης δηλωτικό πάθους, δηλαδή συναισθήματος «που κυριαρχεί πάνω στη συνείδησή μας με έναν τρόπο συνεχή και τόσο έντονο, ώστε να μην ελέγχεται από την κρίση μας και να καθορίζει τη γενική συμπεριφορά μας» [ΛΚΝ], όπως στις λέξεις εγωπάθεια, ηδυπάθεια, μυστικοπάθεια, ωραιοπάθεια κ.λπ. Η λέξη καθαυτή μια χαρά είναι, και η σημασία της προφανής. Σπάνια ναι· αλλ' όχι ανύπαρκτη. Όπως διαβάζω, η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση της λέξης αποδίδεται στον Ευγένιο Βούλγαρη, το 1817. Έκτοτε απαντάται τόσο στον ποινικό κώδικα όσο και στην ελληνική γραμματεία. Η ίδια η αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου αναφέρει: «Κατά την ενσωμάτωση της απόφασης–πλαίσιο έγινε προσπάθεια χρήσης όρων που απαντώνται ήδη στον ελληνικό ποινικό κώδικα και έχουν τύχει εκτεταμένης θεωρητικής επεξεργασίας και νομολογιακής ερμηνείας (π.χ. “εχθροπάθεια” αντί για “μίσος”, “πρόκληση”…». Αλλά και αν ακόμη ήταν ανύπαρκτη η λέξη, σε τι θα πείραζε αν την είχε επινοήσει ο συντάκτης του νομοσχεδίου και αν μέσω αυτού είχε την τύχη ο νεολογισμός του να καθιερωθεί; Μακάρι —λέω εγώ— νομοθέτες, μεταφραστές, δημοσιογράφοι κ.λπ. να μην είχαν τέτοιες αναστολές στο να πλάθουν νέες λέξεις, να εισάγουν νεολογισμούς. Έτσι ίσως, για παράδειγμα, κάποια επιτροπή εισαγωγής διεθνών ή ευρωπαϊκών προτύπων στο εθνικό σύστημα προτύπων (ΕΛΟΤ) να μην απέδιδε τον ξενικό (αγγλικό) όρο «monitor» ως «συσκευή παρακολούθησης», αφήνοντας όλους εμάς να λέμε «μόνιτορ» (εμ, τι θα λέγαμε, «συσκευή παρακολούθησης»;). Εν κατακλείδι λοιπόν, η λέξη «εχθροπάθεια» δεν είναι αδόκιμη· είναι σπάνια μεν αλλά καθόλου προβληματική και με απολύτως κατανοητό περιεχόμενο. Δεν με βρίσκουν σύμφωνο οι περί του αντιθέτου απόψεις. Και ασφαλώς υπάρχει διαφορά, λεπτή ίσως αλλά υπαρκτή, ανάμεσα στις έννοιες «έχθρα», «εχθρότητα» και «εχθροπάθεια»· κι εδώ σαφώς προσήκει ο όρος «εχθροπάθεια».

Υπάρχουν κι αυτοί που αντιμετωπίζουν με φόβο, δυσπιστία ή και καχυποψία τη λέξη, υποστηρίζοντας πάντα ότι δεν είναι σαφές το περιεχόμενό της και, άρα, αφήνει περιθώρια παρερμηνείας ή, ακόμη, και αυθαιρεσίας. Χαρακτηριστική εν προκειμένω η με επιχειρήματα (που δεν ευσταθούν, κατά τη γνώμη μου) άποψη που διατυπώνει ο «ηλεκτρονικός δικηγόρος» ή «ηλε–δικηγόρος» (e–lawyer) σε άρθρο του στο ιστολόγιό του:

Ωστόσο, το κείμενο του ευρωπαϊκού δικαίου που πρέπει να ενσωματωθεί στο εθνικό μιλάει καθαρά και ξάστερα για «μίσος» […] Δεν υπάρχει λόγος να αναζητούμε πιο περίτεχνους όρους που θα δυσχεράνουν την αποστολή της Δικαιοσύνης σε έναν τόσο ευαίσθητο τομέα όπως η καταπολέμηση διακρίσεων. Οπότε, για λόγους ασφάλειας δικαίου και συμφωνίας με το ευρωπαϊκό δίκαιο, η «εχθροπάθεια» πρέπει να αντικατασταθεί με την αναφορά σε μίσος.

Γιατί, κύριε ηλε–δικηγόρε τόση αγωνία μήπως δεν εφαρμόσουμε κατά γράμμα μέχρι κεραίας το ευρωπαϊκό δίκαιο; Αμάν πια! Θα προτιμούσα, ξέρετε, την… εχθροπάθεια προς την Ε.Ε. παρά την ευρωλαγνεία, και όχι μόνο για αυστηρά ιδεολογικούς λόγους. Αλλά γι' αυτό περισσότερα στην τρίτη ενότητα, εδώ ας δούμε επί της ουσίας το επιχείρημά σας. Ο αναφορά σε «μίσος» λοιπόν, σύμφωνα με τα λεγόμενά σας, είναι «καθαρή και ξάστερη» ενώ η αναφορά σε «εχθροπάθεια» όχι. Με ποιους όρους κρίνετε; Με όρους λεξικολογίας ή με όρους δικαίου; Με όρους λεξικολογίας και οι δύο λέξεις είναι «καθαρές και ξάστερες», νομίζω. Με όρους δικαίου, θα πρέπει να αναζητήσουμε τη νομολογιακή ερμηνεία καθενός όρου (μίσος, εχθροπάθεια), αλλά πού, κύριε ηλε–δικηγόρε; Στο εθνικό δίκαιο ή στο ευρωπαϊκό; Αν απαντήσετε στο ευρωπαϊκό, η επιλογή σας θα είναι συνεπής με την προσήλωσή σας στην εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου, αλλά χωρίς αντίκρισμα στην πράξη (στα ελληνικά δικαστήρια), όπου κατ' ανάγκη γίνεται επίκληση της νομολογιακής ερμηνείας που απαντάται στο ελληνικό δίκαιο. Τότε; Να αφήσουμε το ευρωπαϊκό δίκαιο και να προστρέξουμε στην «καθαρή και ξάστερη» νομολογιακή ερμηνεία του εθνικού δικαίου; Μα τότε είσθε πανηγυρικά ασυνεπής, διότι την επιλογή του όρου «μίσος» την κάνατε για λόγους συμφωνίας με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Κι αν δεν σας ικανοποιεί ο ορισμός της «εχθροπάθειας» στο κείμενο του νομοσχεδίου, γιατί δεν ζητάτε να αλλάξει, να βελτιωθεί; Μήπως για το «μίσος» δεν θα υπήρχε ορισμός; Θα ήταν αυτός οπωσδήποτε ικανοποιητικός; Και δεν είναι ένα τέτοιο ζήτημα παρωνυχίδα σ' ένα νομοσχέδιο σαν αυτό;

2. Κείμενο:

Στο Α' μέρος της ανάλυσής μου παρέθεσα τα επίμαχα σημεία του νομοσχεδίου. Ιδιαίτερες αντιδράσεις έχει προκαλέσει το άρθρο 4 εξαιτίας της διατύπωσης «Όποιος δημόσια προφορικά ή διά του τύπου ή μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, εγκωμιάζει ή αρνείται ή εκμηδενίζει τη σημασία εγκλημάτων γενοκτονίας, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και εγκλημάτων πολέμου […] τιμωρείται με […]». Τη διατύπωση αυτή επικαλούνται οι επικριτές του νομοσχεδίου. Στη διατύπωση αυτή αναφέρεται και ο εξαίρετος δημοσιογράφος —και όχι μόνο— Ν. Μπογιόπουλος. Όμως δεν είναι αυτή ολόκληρη η διατύπωση του άρθρου. Αποσιωπάται ή παρασιωπάται, εκεί όπου συνήθως βάζουν —αν βάζουν κιόλας— αποσιωπητικά, το κομμάτι με τα έντονα στοιχεία (βλ. την πλήρη διατύπωση στο Α' μέρος): «1. Όποιος δημόσια […] εγκλημάτων πολέμου […] και η πράξη αυτή στρέφεται κατά ομάδας προσώπων που προσδιορίζεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή ή το γενετήσιο προσανατολισμό κατά τρόπο που μπορεί να προκαλέσει ή διεγείρει σε βιαιοπραγίες ή εχθροπάθεια κατά μιας τέτοιας ομάδας ή μέλους της τιμωρείται με […]». Θα ήθελα το σχόλιο του Ν. Μπογιόπουλου να μην είχε το ψεγάδι αυτής της παράλειψης, ώστε να έλεγα ότι με καλύπτει απόλυτα, κι όχι «σχεδόν απόλυτα» όπως έγραψα.

Η πλήρης διατύπωση, λοιπόν, του άρθρου 4 συνεπάγεται ότι απαιτείται να συντρέχουν δύο προϋποθέσεις προκειμένου να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της διέγερσης σε βιαιοπραγία ή εχθροπάθεια: Πρώτον, να έχουν τελεσθεί οι περιγραφόμενες πράξεις (δηλαδή δημόσια προφορικά ή διά του τύπου ή μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο εγκωμιασμός ή άρνηση ή εκμηδενισμός της σημασίας εγκλημάτων γενοκτονίας, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και εγκλημάτων πολέμου) και, δεύτερον, οι πράξεις αυτές να στρέφονται κατά ομάδας προσώπων που προσδιορίζεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή ή το γενετήσιο προσανατολισμό.

Δεδομένου ότι το επίμαχο άρθρο 4 είναι η ουσία του νομοσχεδίου, έχετε μάλλον μια ολοκληρωμένη αντίληψη γι' αυτό με βάση όσα σας εξέθεσα. Λοιπόν, μένοντας αυστηρά στο κείμενο του νομοσχεδίου και παραβλέποντας τις… πονηριές των καιρών μας, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, τον πρότερο άτιμο βίο των κυβερνήσεών μας, τα κελεύσματα της αντιδραστικής ολιγαρχίας, τα σημάδια από άλλες χώρες (κάτι Λετονίες, Τσεχίες…), ποιο συμπέρασμα βγαίνει; Ότι δεν λέει τίποτα κακό, το αντίθετο μάλιστα! Χμ! Έτσι είναι, αλλά γι' αυτό ακριβώς είναι λίαν επικίνδυνο! Δεν τρελάθηκε ο Μπογιόπουλος ούτε παραπλανά! Αλλά αυτό είναι αντικείμενο της επόμενης ενότητας.

[Συνεχίζεται]

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η οποία επόμενη ενότητα ας αποτελέσει, λέω, το τρίτο μέρος της ανάλυσης, σε λίγες μέρες (ουφφφφ!). Σχόλια ευπρόσδεκτα και σ' αυτή τη φάση!